Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο
του Νίκου Κοτζιά.
Οι επισημάνσεις και εκτιμήσεις του αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σημασία, λόγω της μέχρι πρότινος θέσης του ως Προέδρου του ΙΣΤΑΜΕ και στενού συνεργάτη του Πρωθυπουργού. (ΓΠ)
Η χώρα περνά δύσκολες στιγμές. Ακόμα δυσκολότερες βιώνουν τη κρίση τα φτωχά στρώματα της Ελληνικής κοινωνίας. Τα μεσαία στρώματα που αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα τη δεκαετία του ογδόντα, και αποτελούν μεγάλο όγκο στήριξης του κυβερνώντος κόμματος, συμπιέζονται όσο ποτέ άλλοτε. Η κυβέρνηση έχει πείσει τον εαυτό της ότι οι απαιτήσεις των αγορών είναι μονόδρομος, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση θέλει να μας κάνει να πιστέψουμε ότι μπορεί να διαχειριστεί τις υποθέσεις του έθνους καλύτερα από το ΠΑΣΟΚ, τι στιγμή που δεν είναι σε θέση, ακόμα, να διαχειριστεί τα του παρελθόντος της, αλλά και τα του οίκου της ως προς το ΛΑΟΣ. Τα δύο κόμματα της αριστεράς ταυτίζουν σε μεγάλο βαθμό τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Βέβαια, το μεν ΚΚΕ δείχνει μια σχετική προτίμηση στη ΝΔ, ενώ ο Συνασπισμός λαμβάνει μεγαλύτερες αποστάσεις από αυτήν. Τέλος, το ΛΑΟΣ θέλει να πείσει ότι δεν είναι ακραίο κόμμα και ότι αντιμετωπίζει την κυβερνητική πολιτική με ευθύνη. Ελιγμό που το ΠΑΣΟΚ δείχνει να μην έχει πιάσει το νόημά του, ενώ μπερδεύει τη ΝΔ.
Η κυβέρνηση δείχνει εγκλωβισμένη σε μια λογική αντιμετώπισης της κρίσης σύμφωνα με τις συνταγές του νεοφιλελευθερισμού. Σε αυτή τη λογική προσθέτει και ορισμένες πινελιές κοινωνικής πολιτικής. Όσον αφορά δε την διαχείριση της κρίσης, υποφέρει από τη σύγκρουση ανάμεσα αφενός στον κομματικό πατριωτισμό, στις κοινωνικές δυνάμεις που εκπροσωπεί και εκφράζει και αφετέρου στην «σκληρή λογική» της διακυβέρνησης σε περιόδους κρίσης. Ταυτόχρονα δε, ως προς την ίδια την διαχείριση της κρίσης, δείχνει να μην μπορεί να ξεφύγει από ένα άλλο δίπολο, αρνητικό αυτή τη φορά: αναβλητικότητα από τη μία και πολυλογία από την άλλη.
Κυβερνητική αναποφασιστικότητα: ένα πρόβλημα πολιτικής ηθικής
Η κυβέρνηση όπως πρώτος είχα σημειώσει, ήδη τον Οκτώβριο του 2009, ομιλεί περισσότερο από ότι χρειάζεται και δείχνει αναποφάσιστη να δράσει. Εδώ υπάρχει ένα ακόμα πρόβλημα. Ανεξάρτητα για πιο λόγο η κυβέρνηση επιδεικνύει αναβλητικότητα, αυτή της η στάση δημιουργεί προβλήματα πολιτικής ηθικής. Επί παραδείγματι, εάν πράγματι η χώρα βρίσκεται στην κριτική κατάσταση που περιγράφεται και στο όνομα της οποίας καλείται να θυσιάσει ο λαός μεγάλο τμήμα των κατακτήσεων και μάλιστα με τρόπο που υπονομεύει τα δικαιώματά του, τότε προκύπτει το ερώτημα γιατί οι υπουργοί και άλλα κυβερνητικά στελέχη κάνουν επίδειξη μικροκομματικού εγωισμού; Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ΕΣΠΑ. Το ποσό που μπορεί να αντλήσει η χώρα για την ανάπτυξή της με το ΕΣΠΑ είναι περίπου δεκαπέντε δισεκατομμύρια άμεσα και άλλα δέκα έμμεσα. Το σύνολο 25 δισεκατομμύρια, δηλαδή, σχεδόν τα μισά λεφτά που ψάχνουμε να δανειστούμε. Έχουν περάσει από τον Οκτώβριο του 2009 ήδη έξη μήνες. Θα περίμενε κανείς ότι η κυβέρνηση θα είχε θέσει σε πρώτη προτεραιότητα την συγκρότηση των επιτροπών για το ΕΣΠΑ. Αντί αυτού, όσο γνωρίζω, και μακάρι να είχα άδικο, δεν έχει συγκροτήσει ούτε μία!!! Δηλαδή, δεν πέφτουν χρήματα στην αγορά διότι έτσι γουστάρουν μερικοί κυβερνητικοί παράγοντες, οι οποίοι αφού θέσουν τις δικές τους προτιμήσεις υπεράνω των αναγκών της χώρας, αφού δια της πρακτικής τους –το τι λένε στα λόγια μου είναι αδιάφορο- εμποδίζουν να πέσει χρήμα στην αγορά και να μην οδηγηθεί η χώρα σε αυξημένο δανεισμό χωρίς διασφάλιση αναπτυξιακών προγραμμάτων.Από ότι μαθαίνω, υπάρχουν και χειρότερα. Η κυβέρνηση της ΝΔ μέσα στην πλήρη διάλυσή της και ακινησία δεν προώθησε 2.300 φακέλους επενδυτικών προγραμμάτων. Μάλιστα! Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ όταν ανέλαβε το 2009 βρήκε αυτές τις περίπου 2.300 προτάσεις επενδύσεων που οι υπουργοί της ΝΔ δεν έκαναν τον κόπο να ασχοληθούν μαζί τους. Διότι δεν είχαν χρόνο οι άνθρωποι… Προείχαν, φαίνεται, οι επενδύσεις στα Ομόλογα, σε εταιρείες δημοσκοπήσεων και στα Βατοπέδια. Ήρθε η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ που αντιλήφθηκε και μας εξήγησε το βάθος και τις συνέπειες της κρίσης. Θα περίμενε κανείς ότι οι αρμόδιοι παράγοντες θα ασχολούνταν όχι μόνο με την αντιμετώπιση των αναγκών δανειοδότησης της χώρας, αλλά και με τις πολλαπλές προτάσεις επενδύσεων στην χώρα. Αντ’ αυτού οι αρμόδιοι προτίμησαν να δίνουν μάχες αρμοδιοτήτων στο εσωτερικό της κυβέρνησης. Έξη μήνες μετά, από όσο μαθαίνω, ελπίζω και πάλι να μην έχω δίκαιο, ο αριθμός των φακέλων με προτάσεις για επενδύσεις έχει αυξηθεί από 2.300 σε 4.100!Μάλιστα! Ναι! Η χώρα βρίσκεται σε βαθιά κρίση και αντί να γίνεται αξιολόγηση των υποβληθέντων επενδύσεων αφήνονται αυτές να συσσωρεύονται! Η πρακτική αυτή, ανεξάρτητα προθέσεων, υπονομεύει τις προοπτικές ανάπτυξης της χώρας και αυξάνει το πρόβλημα της αναντοιστιχίας ανάμεσα στο δανεισμό που μεγαλώνει το κόστος του και στην έλλειψη επενδύσεων. Ο πρωθυπουργός οφείλει να βρει άμεσα τους υπεύθυνους και να τους τραβήξει στην κυριολεξία τα αυτιά. Και αν αυτό δεν φτάνει να προχωρήσει στη λήψη πιο ριζοσπαστικών μέτρων...
Πώς δημιουργούνται ερωτήματα στις αγορές
Η χειρότερη περίπτωση, από τη σκοπιά που εξετάζω εδώ το θέμα, είναι ο σημερινός αρμόδιος για το δημόσιο χρέος. Πρόκειται για το πρώτο πρόσωπο που κατέχει αυτή τη θέση και δεν αντέχει να κάνει τη δουλειά του χωρίς να ομιλεί. Συμπεριφέρεται περισσότερο ως να ήταν ο εκπρόσωπος τύπου του υπουργείου Οικονομικών. Αντί να μιλά με τις αγορές προκειμένου να κάνει συμφωνίες μαζί τους, και κατόπιν να αναφέρεται σε αυτές, συμπεριφέρεται ως να βρίσκεται σε δήθεν δημόσιο διάλογο με τις αγορές με τρόπο που κάθε άλλο δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες τις χώρας. Ο αρμόδιος για τα χρέη της χώρας, κάθε φορά που ομιλεί συμβάλλει, έστω και άθελά του, στην αύξηση της τοκογλυφίας. Κάνει το ίδιο λάθος που έπραξαν και οι προϊστάμενοι του μόλις ανακάλυψαν το πράγματι δημόσιο χρέος της χώρας. Και εκείνοι μιλούσαν περισσότερο από ότι έπρεπε. Εγώ το σημείωσα αμέσως μετά τις εκλογές. Τους το σημείωσαν ακόμα και ο ειδικός διεθνής τύπος πριν μερικές εβδομάδες. Τους το επισήμανε πρόσφατα, έστω και καθυστερημένα, ο Πρωθυπουργός. Ίσως, σκέφτομαι καμιά φορά, όσοι εμπλέκονται σε αυτό το τρομερό άγχος της διασφάλισης της δανειοδότησης της χώρας να έχουν ανάγκη δημόσιας εκτόνωσης. Μόνο που αυτή έχει δύο αρνητικά. Αφενός μαύρισε την ψυχή του Έλληνα πολίτη και τον οδήγησε σε αισθήματα φόβου και απαισιοδοξίας. Αισθήματα που διευκολύνουν την επιβολή πολιτικής λιτότητας αλλά αποδιοργανώνει τον κύριο παραγωγικό παράγοντα ανάπτυξης, τον άνθρωπο. Αφετέρου δημιούργησε ανασφάλειες στις διεθνείς αγορές που αποκόμισαν την εντύπωση ότι τα πράγματα πρέπει να είναι χειρότερα από ότι τα εμφάνιζε η ελληνική κυβέρνηση, διότι αλλιώς δεν θα έδειχναν οι αρμόδιοι οικονομικοί παράγοντες τέτοιο πανικό. Μάλιστα ορισμένοι διεθνείς αναλυτές, οι λιγότεροι, εκτιμούν ότι οι αρμόδιοι οικονομικοί παράγοντες της Ελλάδας δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν στην πράγματι δύσκολη κατάσταση και για αυτό είναι «ήξεις - αφήξεις».
Επιπτώσεις του αρνητικού δίπολου
Το αποτέλεσμα αυτού του αρνητικού κυβερνητικού δίπολου, πολλά λόγια και αναβλητικότητα, είναι ότι η χώρα μπαίνει σε μια βαθιά ύφεση. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, που δυστυχώς προβλέπω, τότε θα δυσκολευτεί ακόμα περισσότερο στην δανειοδότησή της, στην εκπλήρωση των δανειακών υποχρεώσεών της και η πολιτική λιτότητας σε συνδυασμό με την ύφεση θα μετεξελιχθεί σε έναν αρνητικό φαύλο κύκλο. Για αυτό η κυβέρνηση οφείλει να πάψει να μιλά πολύ και να λύσει άμεσα τα οργανωτικά προβλήματα στήριξης μιας πολιτικής ανάπτυξης. Οφείλω, τέλος να σημειώσω ότι θα ήταν λάθος να ταυτιστεί η συνολική πολιτική ανάπτυξης της χώρας με μια αντίληψη περί πράσινης ανάπτυξης. Αντίληψη που όπως φαίνεται έχουν υιοθετήσει ορισμένα μέλη της κυβέρνησης. Το πρόβλημα είναι ότι όχι μόνο ανάγεται περιοριστικά η υπόθεση της ανάπτυξης της χώρας με την πράσινη ανάπτυξη, αλλά και η τελευταία γίνεται κατανοητή, επίσης περιοριστικά, ως η χρήση πράσινης τεχνολογίας και όχι ως η παραγωγή νέων τεχνολογιών και μέσων νέων τεχνολογιών, ανάμεσα στις οποίες και πράσινες. Σε μια τέτοια περίπτωση, όμως, το μόνο που θα γίνει είναι να αντικατασταθεί η εισαγωγή των αυτοκινήτων με γερμανικές και ισπανικές τεχνολογίες οικολογικής υπευθυνότητας. Όχι ότι δεν είναι αυτό προτιμητέο, αλλά σίγουρα δεν θα μας λύσει κανένα πρόβλημα, ιδιαίτερα ως προς τα δημόσια ελλείμματα.
Το μεγαλύτερο λάθος της κυβέρνησης θα ήταν να συνοδέψει την νεοφιλελεύθερη οικονομική της πολιτική με αυταρχισμό. Ελπίζω να συμφωνούμε ότι φαινόμενα πιέσεων σε δημοσιογράφους είναι ξένα προς τη δημοκρατική παράταξη.
ΠΗΓΗ: www.press-gr.blogspot.com
12/4/10
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου