28η Οκτωβρίου σήμερα. Ίσως το γράμμα αυτό της Μπέσα από τα καλύτερα που έχω διαβάσει, ταιριάζει περισσότερο στη σημερινή μέρα και στους αγώνες των λαών για ελευθερία, ισότητα και αξιοπρέπεια.
Ο χαρακτηρισμός της ελληνικής κοινωνίας ως πολυπολιτισμική αγγίζει δυστυχώς λίγους Έλληνες. Οι περισσότεροι θέλουν να έχουν στο νου τους το παραδοσιακό πρότυπο της κοινωνίας μας και δεν μπαίνουν στη διαδικασία να προσαρμοστούν με τα νέα δεδομένα, την πολυπολιτισμική διάσταση της χώρας μας. Η πολιτεία από την πλευρά της δείχνει να έχει μεγάλες αντιστάσεις και αγκυλώσεις αρνούμενη να λάβει υπόψη της αυτή την πραγματικότητα και να αντιστοιχήσει την ουσιαστική πλέον ένταξη των παιδιών των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία με την απόδοση υπηκοότητας. (Γ.Π.)
Αγαπητέ «Υπάρχουμε... Συνυπάρχουμε».
Με λένε Μπέσα. Γεννήθηκα στην Αλβανία. Από τριών χρονών ζω στην Ελλάδα. Σπουδάζω στη Φιλοσοφική Αθηνών.
Πέρσι πήγα με το πρόγραμμα Εrasmus στη Στοκχόλμη.
Οι συμφοιτητές μου ήταν από παντού. Όταν γνωρίσεις ανθρώπους που έρχονται από παντού, είναι αναπόφευκτο το ερώτημα «από πού είσαι;». Απαντούσα «από την Ελλάδα». Έτσι ένιωθα. Έχω ζήσει τέσσερα χρόνια της ζωής μου στην Αλβανία και δεκαεπτά στην Ελλάδα. Σε όσους γνώριζα καλύτερα, τους εξηγούσα πως είμαι από την Ελλάδα αλλά έχω γεννηθεί στην Αλβανία.
Μου έκανε εντύπωση ότι στη Στοκχόλμη δεν ένιωθα αυτό το δίλεπτο χτυποκάρδι που νιώθω όταν με ρωτούν «από πού είσαι;» στην Ελλάδα.
Βλέπετε, από το δημοτικό «κατάλαβα» ότι δεν είναι καλό να είσαι από την Αλβανία.
Τα παιδιά, ειδικά στο δημοτικό, είναι πολύ σκληρά. Κάποιες φορές, μου έδιναν να καταλάβω ότι η καταγωγή μου ανήκε στην ομάδα των «κακών».
Είχα υπέροχες δασκάλες που με βοήθησαν να ξεπεράσω τα κόμπλεξ μου. Εγώ η ίδια έκανα το παν να τα ξεπεράσω.
Ήμουν η πρώτη στα μαθήματα, στις γιορτές, στις εκδηλώσεις. Μου άρεσε ειδικά η γιορτή της 17ης Νοεμβρίου, τα τραγούδια του Θεοδωράκη. Το «Γελαστό παιδί» ήταν το αγαπημένο μου.
Στη Στ΄ Δημοτικού, στη γιορτή της 28ης Οκτωβρίου, δικαιούμουν να σηκώσω την ελληνική σημαία. Με φώναξε ο διευθυντής και μου είπε ότι είναι αδύνατον, γιατί δεν έχω ελληνική καταγωγή. Είπα «εντάξει» και δεν έδωσα σημασία. Ίσως για να αμυνθώ. Δεν το είπα καν στους γονείς μου.
Από τότε, όμως, «κατάλαβα» ότι δεν έχω το δικαίωμα να συγκινηθώ ακούγοντας τον ελληνικό εθνικό ύμνο. Όταν τον άκουγα, ένιωθα πλέον ταραχή και αμηχανία.
Το θέμα με τη σημαία προέκυψε ξανά στη Β΄ Γυμνασίου. Ήμουν η καλύτερη μαθήτρια του σχολείου. Με φώναξε τότε ο διευθυντής και άκουσα ξανά το «δεν έχεις ελληνική καταγωγή». «Κατάλαβα», είπα κοφτά.
Έτσι κι αλλιώς κάποιοι συμμαθητές είχαν αντιδράσει προκαταβολικά. Η συμμαθήτριά μου, η Ντίνα, μου είπε πως δεν είναι δυνατόν να σηκώσει την ελληνική σημαία μια Αλβανίδα, γιατί ο παππούς της είχε πολεμήσει τους Αλβανούς στο «Αλβανικό Έπος». Έμεινα σύξυλη. Γιατί ο δικός μου παππούς ήταν αντάρτης στην Αλβανία, είχε τραυματιστεί και συλληφθεί από τους ναζί, και είναι επιζών του στρατοπέδου συγκέντρωσης Μoosburg, παράρτημα του τρομακτικού Μauthausen.
Αρκετά ταραγμένη έτρεξα στην καθηγήτριά μου, την κυρία Κατερίνα. Μου εξήγησε πως υπήρχαν κάποιοι Αλβανοί μισθοφόροι (κάτι σαν τους Γερμανοτσολιάδες στην Ελλάδα) που επιστράτευσαν οι Ιταλοί φασίστες όταν επιτέθηκαν στην Ελλάδα, αλλά ότι στο «Αλβανικό Έπος» οι Έλληνες δεν πολέμησαν με τους Αλβανούς. Πολέμησαν με τους Ιταλούς φασίστες, στα βουνά της Αλβανίας.
Με την Ντίνα τελικά γίναμε οι καλύτερες φίλες. Από εκείνη την ημέρα, όμως, δεν πήγα πια σε επετείους και παρελάσεις. Ένιωθα ανεπιθύμητη.
Δεν θα σας έγραφα όλα αυτά αν δεν είχα ζήσει ένα επεισόδιο στη Στοκχόλμη. Σε πάρτι Πολωνών φοιτητών, κάποιος ζήτησε να τραγουδήσει ο καθένας τον εθνικό ύμνο της χώρας προέλευσής του. Αναστατώθηκα. Τον αλβανικό ύμνο δεν τον ξέρω. Ξέρω μόνο τον ελληνικό. Αλλά ένιωσα μέσα μου μια φωνή να μου λέει «εσύ δεν έχεις το δικαίωμα να τον τραγουδήσεις». Ένιωσα ξανά εκείνο το αίσθημα ταραχής και αμηχανίας. Τραγούδησα τελικά τον ελληνικό εθνικό ύμνο, αλλά ένιωσα μετέωρη.
Στη Σουηδία έλεγα ότι είμαι από την Ελλάδα.
Όταν επέστρεφα στην Ελλάδα, στο αεροπλάνο καθόμουν δίπλα σε μια Ελληνίδα. Όταν άκουσε το όνομά μου αμέσως με ρώτησε από πού είμαι. Αν είχα την ελληνική υπηκοότητα θα έλεγα ότι είμαι Ελληνίδα. Δεν την έχω. «Από την Αλβανία» απάντησα. Και μετά αναρωτήθηκα: «Από πού είμαι;». Είμαι μετέωρη. Γιατί σε αυτές τις συνθήκες είναι αδύνατον να χτίσεις μια υγιή, ακομπλεξάριστη ταυτότητα. Ίσως, σκέφτομαι, δεν ανήκω πουθενά. Ανήκω μόνο στον εαυτό μου. Και ίσως αυτό να έχει σημασία. Να κρατάω ζωντανό μέσα μου το γελαστό παιδί...
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία Μπέσα Σ. besashk@gmail. com»
Πηγή: του Γκαζμεντ Καπλανι από ΤΑ ΝΕΑ 27.10.2009
28/10/09
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου