Πριν από ένα χρόνο οι δημοσκοπήσεις έφερναν τον ΣΥΝ σε απόσταση αναπνοής από το τότε έντονα διχασμένο ΠΑΣΟΚ. Δεν ήταν μάλιστα λίγοι αυτοί που πίστευαν ότι στις ευρωεκλογές του Ιουνίου, όπου έτσι κι αλλιώς τα μικρότερα κόμματα έχουν αυξημένα ποσοστά, μπορεί να ξεπέρναγε ακόμη και το ΠΑΣΟΚ.
Ήταν η εποχή που το δίδυμο της κομματικής ηγεσίας Τσίπρας και Αλαβάνος έδιναν την αίσθηση ότι θα έκαναν την υπέρβαση και θα μπορούσαν να έχουν καθοριστικό ρόλο στο υπό αμφισβήτηση δικομματισμό. Τότε όμως ακριβώς έγινε και το ουσιαστικό και στρατηγικό λάθος του ΣΥΝ που σήμερα επιβεβαιώνεται τόσο με τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών όσο και με τις μετέπειτα δημοσκοπήσεις.
Η ηγεσία του ΣΥΝ δεν εκτίμησε ότι η πλειοψηφία των πολιτών που δήλωνε πολιτική συμπάθεια στο ΣΥΝ και θα μπορούσε να είναι δυνητικός ψηφοφόρος στις ερχόμενες εκλογές ήταν κύρια από το χώρο του ΠΑΣΟΚ, μετά την έντονη εσωτερική αντιπαράθεση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την εκλογή Προέδρου. Και αντί ο ΣΥΝ να αξιοποιήσει αυτή την ευκαιρία και να αναλάβει το ρόλο ενός κόμματος εξουσίας διεκδικώντας μια (πιο) αριστερή πολιτική με συγκεκριμένα αιτήματα περιορίστηκε στην άρνηση και προφανώς στη λογική ότι η εισροή ψηφοφόρων από το ΠΑΣΟΚ θα συνεχίζει ακατάπαυστα και για πολύ χρονικό διάστημα.
Δεν υιοθετούμε την άποψη ότι ο ΣΥΝ ηττήθηκε στις ευρωεκλογές λόγω των γεγονότων του τελευταίου Δεκέμβρη. Η στάση του μπορεί να έδιωξε κάποιους ψηφοφόρους πιο συντηρητικούς αλλά τη στρατηγική ήττα του ο ΣΥΝ τη δέχτηκε όταν αποσαφήνισε ότι για λόγους εσωτερικού συμβιβασμού επέλεξε να έχει ως στόχο να είναι ένα δυνατό κόμμα διαμαρτυρίας και όχι ένα κόμμα που θα συμμετέχει στην πολιτική εξουσία του τόπου.
Και όσο και να αμφισβητεί (και σωστά) κανείς τις δημοσκοπήσεις στη χώρα μας δεν μπορεί να μην αντιληφθεί ότι η ίδια η κοινωνία που αναζητούσε κυβερνητικές συμμαχίες σήμερα δεν βλέπει το ρόλο αυτό για το κόμμα της ,,ανανεωτικής αριστεράς,,.
Σίγουρα σε κάθε χώρα υπάρχουν ιδιαιτερότητες και δύσκολα μπορείς να μεταφέρεις και να προσαρμόσεις δεδομένα που ισχύουν στη μία χώρα στην άλλη. Όμως το παράδειγμα των Πρασίνων στη Γερμανία (ανεξάρτητα των διαφωνιών που μπορεί να έχει κανείς με την πολιτική του και τις μεταλλάξεις του) απέδειξε ότι δεν μπορείς να έχεις ρόλο στην κοινωνία εάν δεν δώσεις την αίσθηση ότι ενδιαφέρεσαι να συμμετέχεις στην διαμόρφωση της πολιτικής που την αφορά.
Ως κόμμα εξουσίας άλλωστε παίρνει το 15% το FDP, το 11% οι Πράσινοι και το9% οι ,,Αριστερά,, στη Γερμανία. Όλα αυτά τα κόμματα δηλώνουν έτοιμα να συμμετέχουν σε κυβερνήσεις γιατί θέλουν να είναι ρυθμιστές στην πολιτική της χώρας τους.
Μάλιστα ο ΣΥΝ δεν έδειξε ότι αξιολόγησε το γεγονός ότι ο σημερινός εκλογικός νόμος στην Ελλάδα αποτελούσε μια μοναδική ευκαιρία σχηματισμού κυβερνήσεων συνασπισμού και ότι η κυβερνητική συνεργασία ήταν απαίτηση από ένα μέρος της κοινωνίας που δεν εμπιστευότανε τις μονοκομματικές κυβερνήσεις. Επέμενε η ηγεσία του ΣΥΝ να προσδιορίσει το ρόλο του στο εάν θα πει ναι ή όχι σε μια συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ. Και να κάνει αγώνα δρόμου στην φρασεολογία του ΚΚΕ για το δικομματισμό.
Δεν έδειξε δηλαδή να αισθάνεται ότι ένα μέρος της κοινωνίας (ακόμη και να μην ήτανε αυτό που έδειχναν οι δημοσκοπήσεις) του έδιναν έναν άλλο ρόλο.
Έκτος και εάν ο ΣΥΝ λειτούργησε με το σύνδρομο του 89, πίστευε δηλαδή ότι θα διαλυθεί το ΠΑΣΟΚ και περίμενε ότι θα τρέξουν οι ψηφοφόροι σ αυτόν.
Περισσότερα στο ΔΟΡΥΦΟΡΟ
ΣΧΟΛΙΟ: Στην πολύ καλή προσέγγιση του θέματος, θα ήθελα να προσθέσω ένα επιπλέον πρόβλημα, που βέβαια σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό συναντάται σε όλα τα κόμματα. Οι περισσότεροι πολιτικοί σχηματισμοί, πλην ίσως ΚΚΕ είναι ή επιδιώκουν να είναι πολυσυλλεκτικοί, προκειμένου να πετύχουν μεγαλύτερα πολιτικά οφέλη. Αυτή η πολυσυλλεκτικότητα και μάλιστα όπως στον Συνασπισμό που είναι οργανωμένη σε συνιστώσες είναι αδύνατο με μοναδικό πλαίσιο την θεσμική λειτουργία του κόμματος να βρει κοινό βηματισμό, όταν οι επιλογές είναι διαμετρικά αντίθετες. Πως δηλαδή μπορεί να εκμαιευτεί μια κοινή γραμμή, με όσες εσωκομματικές δημοκρατικές διαδικασίες και αν χρειαστούν για να συμφωνήσουν αυτοί που στοχεύσουν σε συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ ως κεντρική στρατηγική, με αυτούς που το εξισώνουν ούτε λίγο ούτε πολύ με τη ΝΔ και προτείνουν πιθανόν άλλες συνεργασίες; Είναι φανερό, ότι για μια κοινή απόφαση και συστράτευση, λείπει η συγκολλητική ουσία. Η ηγετική δηλαδή προσωπικότητα, που η δύναμή της δεν στηρίζεται απλά σε μια οργανωτική πλειοψηφία, που εύκολα κάθε φορά μπορεί να αμφισβητηθεί, αλλά κυρίως στην αναγνώριση ευρύτερων στρωμάτων της κοινωνίας πολύ πέραν των ορίων επιρροής του κόμματος. Τρανταχτό παράδειγμα μπορεί να αποτελέσει ο Ανδρέας Παπανδρέου ως αποδεκτού ηγέτη όχι μόνο του πολυσυλλεκτικού ΠΑΣΟΚ αλλά πολύ πέραν αυτού, ως ηγέτη της ευρύτερης δημοκρατικής παράταξης. Στην περίπτωση αυτή μπορούμε να ισχυριστούμε, ότι η διαφορετικότητα αποτελεί πηγή δύναμης. (Γ.Π.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου